- Ἰχνεύων
- Ἰχνεύωtrack outpres part act masc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἰχνεύων — ἰχνεύω track out pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ιχνεύω — (Α ἰχνεύω) αναζητώ τα ίχνη, ψάχνω για τα ίχνη κάποιου, ανιχνεύω, ιχνηλατώ αρχ. 1. (γενικά) ζητώ να βρω κάτι, αναζητώ 2. βαδίζω στα ίχνη κάποιου, μιμούμαι, αναπτύσσω άμιλλα προς κάποιον («ἰχνεύων ματραδελφεούς», Πίνδ.) 3. φρ. «ἰχνεύω τὰ ὄρη»… … Dictionary of Greek
ՀԵՏԱԽՈՅԶ — (խուզի, ից.) NBH 2 0090 Chronological Sequence: Unknown date, 6c ա. ՀԵՏԱԽՈՅԶ ἱχνεύων, οῦσα sagax., որ եւ ՀԵՏԱՅՈՅԶ. Խուզօղ եւ յուզօղ զհետս. հետազօտիչ. *Մեզ իսկ իբրու շանց հետախուզից քննելի է. Պղատ. օրին. ՟Բ: *Ռընգունք շանց որսականաց եւ հետախուզից … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)